Τετάρτη 7 Ιανουαρίου 2015

Έχουμε μεσαίωνα, χαμένε.

Σάτιρα είναι οποιαδήποτε οδυνηρή κριτική γίνεται μέσα από καλλιτεχνική σύμβαση. Το αν η σάτιρα, συχνά, κάνει και τον εκτιθέμενο υπό της κριτικής να γελάσει, αυτό τιμά μάλλον τις αντοχές του, παρά αποδυναμώνει την αξία της τέχνης. Σάτιρα εκτός καλλιτεχνικής συμβάσεως, δηλαδή ψευδόκοσμου δημιουργημένου από τον καλλιτέχνη, δεν υπάρχει. Μετά, μιλάμε για ευθεία κριτική, κι έναρξη ιδεολογικού διαλόγου. Πράγμα που, φυσικά, δεν μπορεί ν' αποκλειστεί και στην περίπτωση της Σάτιρας, ως αφορμή όμως, και όχι ως εισήγηση. Αν μιλάμε για την τραγωδία στο Παρίσι, έχουμε την παράβαση και το οπισθοδρομικό άλμα κεκτημένης λογικής αιώνων. Όσο και αν η Εσπερία -για να χρησιμοποιήσουμε τον όρο επί των ημερών του PEGIDA- έχει πονέσει, θρηνήσει, εγκληματήσει, με τον ίδιο και συχνά πολύ χειρότερο τρόπο, και ίσως ακόμα να πλήττεται από χριστιανοταλιμπανισμό, αλλά μόνο ως κατάχρηση λογικής, και διόλου ως τήρησή της. Είναι πνευματική κατάκτηση το δικαίωμα στην καλλιτεχνική σύμβαση. Που καμιά σχέση δεν έχει με την ευθεία προσβολή του κρέντο, η οποία βέβαια είναι κι αξιοκατάκριτη, και βλαβερή. Αυτά, όσον αφορά στα δικά μας, τα δυτικά πρότυπα και νόρμες. Στην Ανατολή, όμως, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Η ταύτιση του πολιτικού ισλάμ με το θρησκευτικό είναι γεγονός, και αυτό το πρόβλημα δεν λύνεται με κινήσεις τύπου PEGIDA, καπελωμένες από ναζιστικές, -κρυφές ή φανερές-, ομάδες, αλλά με σοβαρό πολιτικό σχεδιασμό. Είναι ανόητο να στρέφεσαι ενάντια οποιασδήποτε θρησκείας, ευθέως.

Η ανάγκη του Ανθρώπου να πιστεύει είναι αρχαιότερη κι από την πορνεία. Άλλωστε το μεγάλο ζητούμενο δεν είναι η κατάργηση κάθε υπερφυσικής αναζήτησης, αλλά ο περιορισμός της σε πνευματικό επίπεδο σε σημείο που δεν προσβάλει και δεν επιβάλλεται στον πλησίον. Το δραματικό γεγονός του μακελειού στη Γαλλία πιθανώς να γεννήσει περισσότερα τζαμιά καμμένα σε κάποια μέρη, περισσότερες διαδηλώσεις εναντίον της ισλαμοποίησης της Εσπερίας. Κι αυτό να κλείσει, ίσως, περισσότερο τα μάτια σε ανθρώπους με δημοκρατική συνείδηση που θα υπερασπίζονταν το δικαίωμα στα κεκτημένα της Αναγέννησης, του Διαφωτισμού, και της αστικής επανάστασης όσο και των σοσιαλιστικών επαναστατικών διαδικασιών των τελευταίων αιώνων, εάν αυτά τα ρεύματα δεν αφορούσαν ακροδεξιές ναζιστικές-φασίζουσες ομάδες, και κάποια στιγμή ετίθετο ένα πραγματικό ζήτημα υπεράσπισης του δικαιώματος στην Έκφραση, χωρίς φόβο, και με σαφή επιθετική πολιτική στάση απέναντι σε όσους δεν σέβονται την ανθρώπινη κατάκτηση που ξεχωρίζει τον Άνθρωπο από τα γαϊδούρια, εδώ και χιλιετίες: Τη δημιουργία  τέλειων ψευδόκοσμων όπως θα έλεγε ο Ουμπέρτο Έκο. Το αν αυτοί οι ψευδόκοσμοι μοιάζουν δαιμονικά με δικούς μας αληθινούς, αφορά την Κριτική, όχι τα όπλα. Φυσικά, όλα αυτά είναι βαυκαλισμοί περασμένων δεκαετιών, η επόμενη μέρα περιέχει μεγαλύτερο μίσος και αποπροσανατολισμό. Ας πούμε καλημέρα στον μεσαίωνα.

Τετάρτη 1 Οκτωβρίου 2014

Andare a patrasso. Ire ad patres.

Η προσγείωση στο ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ είναι πάντα μια χαρούμενη διαδικασία, η Ελλάδα και οι ακτές της από τον ουρανό φαίνονται σκέτη μέγκλα, όλα είναι τόσο νορμάλ, περιμένεις τις βαλίτσες σου στον ιμάντα, και τίποτα το περίεργο δεν συμβαίνει, ως να βγεις με το ταξί στην έρημο της ΑΤΤΙΚΗΣ ΟΔΟΥ, και να συνειδητοποιήσεις πόσο κοντά στη Μέση Ανατολή έφτασες.

Αντίθετα, ο ερχομός στην πατρίδα με το καράβι, από την Ιταλία, περιέχει μιαν άλλη ποιητικότητα, άλλα χρώματα, μια μαλακή προσγείωση, και την ίδια στιγμή, μια προετοιμασία για την κουλτούρα που σε περιμένει. Περνάς ώρες ξεκούρασης, ύπνου, «μαμ, κακά, και νάνι» αποτοξινώνεσαι από ό,τι σε φθείρει, το ίντερνετ είναι τόσο αργό που βαριέσαι να πληρώσεις για να μπεις να μαλακιστείς σε ιστοσελίδες και άλλα, τα κινητά χρεώνουν μια περιουσία, οπότε, το κλείνεις, ώστε ν’ αποφύγεις τον περίεργο που θα του πεις «φίλε, είμαι στα χωρικά ύδατα Κροατίας και ο λογαριασμός σφάζει» κι επιμένει, πώς τα πέρασες στην Ιταλία, θα μείνεις καιρό; Είσαι, θετικά, απομονωμένος και ήρεμος. Έξω, η θάλασσα. Εσύ, το βιβλίο, το σημειωματάριό σου, η καμπίνα… Καταλυτικό ρόλο παίζει η τηλεόραση. Βλέπεις ελληνικά κανάλια, και μπαίνεις στο πνεύμα της χώρας. Τη δεκαετία του 2000 όταν επέστρεφα με το καράβι κι έβλεπα ελληνικές εκπομπές, φοβόμουν, σκεφτόμουνα, αμάν, όλοι, λες, εκεί, να έχουνε γίνει έτσι; Πάντως είναι ένα κρύο ντουζ, που πρέπει να δοκιμάσεις, ώστε να αποβιβαστείς ώριμος κι έτοιμος στην Πάτρα. Στο καράβι βλέπεις, κυρίως, φορτηγατζήδες. Αν το ταξίδι σου είναι δυο, τρεις φορές, τον χρόνο, κάνεις και γνωστούς, στο πέρασμα των χρόνων. Οι οδηγοί φορτηγών είναι, γενικά, έξυπνοι άνθρωποι, ευέλικτοι, παρά την κραυγαλέα λαϊκότητά τους είναι διακριτικοί στις ερωτήσεις και με δαμασμένη περιέργεια, αλλά έχουν μια αλλοιωμένη εικόνα του εξωτερικού. Μπορεί να ξέρουν κάθε τρύπα των εθνικών και μη οδών της Ευρώπης, κάθε χωριό και πόλη πως λέγεται, αλλά η γνώμη τους για τους ξένους είναι κυρίως επηρεασμένη από τη συμπεριφορά των ελεγκτών, των αστυνομικών, ή όποιων άλλων.  Έχουν τρομερές ιστορίες να σου πουν, ακούγοντάς τες φαντάζεσαι Αυστριακούς, Ιταλούς, και Γερμανούς ελεγκτές να ξαναζωντανεύουν τις προγονικές μνήμες της κατοχής από Ιταλογερμανόφωνους.

Υπάρχουν και οι ταξιδιώτες συνταξιούχοι, αστοί, μικροαστοί, μεσοαστοί, ή και πρώην προλετάριοι εργάτες με λίγες οικονομίες που απολαμβάνουν ένα ταξιδάκι στη Βενετία, συνήθως 2-3 ζευγάρια, που έχουν πολλή πλάκα όπως συζητάνε μεταξύ τους. Σε αντίθεση με τους φορτηγατζήδες που όσο δυνατά και να μιλούν δεν νοιάζονται για το πώς εκλαμβάνονται από έναν τρίτο ακροατή τα σχόλιά τους, οι γέροι ταξιδιώτες έχουν το μάτι γαρίδα, στο παραμικρό μειδίαμα ή μορφασμό που παρήχθη αυθορμήτως από την ακρόαση ενός σχολίου, σε παίρνουν γραμμή μακάρι και να κάθεσαι στην πλάτη τους, ώρα 6 και τέσσερα τραπέζια απόσταση. Συνήθως ο άντρας έχει κόψει το κάπνισμα, ενώ η σύζυγος ακόμα καπνίζει μερικά τσιγαράκια, και γι’ αυτό πάει στο δωμάτιο των καπνιστών να κάνει ένα με την φίλη της.

Υπάρχει η Βαλκάνια εκδιδόμενη, που συνήθως «ξέμεινε» από καμπίνα και σε ψαρεύει αν έχεις μέρος να τη βολέψεις.

Όταν φτάνεις στις ακτές της Αλβανίας νιώθεις μια χαρά, στην Ηγουμενίτσα ή την Κέρκυρα είσαι κιόλας αγκαλιά με τη γλύκα του τοπίου. Σε αντίθεση με την προσγείωση στην «σκληρή» Αττική, και στην «ερημική» φύση γύρω από τα Σπάτα, το Ιόνιο σε υποδέχεται σαν ένα γλυκό τραγούδι. Φυσικά, όλα αυτά τα ρομαντικά θα εξατμιστούν μόλις αποβιβαστείς ως οδηγός, στην αγαπημένη μας Πάτρα.
Ο τριγμός των οδόντων.  Απορείς πως στην Ιταλία υπάρχει τουλάχιστον ένας Χριστιανός να σου ελέγξει τα χαρτιά και ίσως το αμάξι, να σου κάνει, τρεις ερωτήσεις, να σου πει ακόμα και ένα Καλωσήρθατε στην Ιταλία, καλό ταξίδι, και στην Ελλάδα δεν υπάρχει un cazzo. Θα μου πεις, αυτοί φοβούνται μην τους στείλουμε λαθρομετανάστες ή ανεπιθύμητους μελαψούς τύπους που πιστεύουν στον Αλλάχ, εμείς τι να φοβόμαστε, μη μας έρθουν παράνομοι Ιταλοί με φαβορίτες και υπογένεια, ή ψηλόκωλες Φλωρεντινές που έχουν ξοδέψει τη μισή τους ζωή σε στούντιο αισθητικής; 
Ύστερα πας για την εθνική οδό, δηλαδή, ο Θεός να την κάνει εθνική οδό, και πράγματι, το εννοώ κυριολεκτικά, αφού μόνον ο Κύριος μπορεί να ολοκληρώσει αυτό το απίθανο έργο των τόσο λίγων χιλιομέτρων, που μας παιδεύει τόσα, μα τόσα, χρόνια. Βάζεις βενζίνη, ο βενζινάς συνήθως είναι ευγενικός, μάλιστα σε προειδοποιεί για τις παγίδες του δρόμου.

Από εκεί και μετά, μπαίνεις στη ζώνη του λυκόφωτος. Μέχρι να ξαναδούν τα μάτια σου τις ακτές της μπότας, θα έχεις την πολυτέλεια να είσαι κομπάρσος σε ένα γύρισμα ταινίας σπαγγέτι-γουέστερν.


Πάντα ήθελα να γράψω κάτι για τους νταλικέρηδες, νομίζω πως είναι το επάγγελμα στο οποίο θα ήμουν καλός, αν το ασκούσα, τσάμπα πήγα κι ασχολήθηκα με άχρηστες μαλακίες. Πλάκα κάνω.